Η βλεφαροπλαστική είναι μία επέμβαση για διόρθωση ελλειμάτων, δυσμορφιών και ανωμαλιών (σακούλες, μαύρους κύκλους) των βλεφάρων, που εμφανίζονται με την πάροδο του χρόνου ή από κληρονομικά αίτια. Πολλά από αυτά έχουν αντίκτυπο στην αισθητική ακεραιότητα της ευρύτερης περιοχής του προσώπου.
Δέρμα και λίπος του βλεφάρου αφαιρείται ή αναδιανέμεται και ο υποκείμενος μυς ενισχύεται αποκαθιστώντας το λειτουργικό και το αισθητικό πρόβλημα.
Στην άνω βλεφαροπλαστική γίνονται τομές πάνω στο δέρμα, κρυμμένες σε φυσικές πτυχές του άνω βλεφάρου, για την αφαίρεση τόσο δέρματος όσο και λίπους. Αν κριθεί απαραίτητο μπορεί με συγκεκριμένους χειρισμούς να σηκωθεί η έξω γωνία του ματιού, γεγονός που δίνει μία νεανική εμφάνιση στο αποτέλεσμα. Ένα συνεχόμενο λεπτό ράμμα χρησιμοποιείται για το κλείσιμο (σύγκλειση) του δέρματος και τη διαμόρφωση της νέας βλεφαρικής πτυχής.
Στην κάτω βλεφαροπλαστική μπορούν να χρησιμοποιηθούν δύο διαφορετικές τομές. Η μία γίνεται 1-2 χιλ. κάτω από το βλεφαρικό χείλος (από τις βλεφαρίδες), ενώ η δεύτερη εναλλακτική είναι η τομή στο εσωτερικό του βλεφάρου (επιπεφυκότας). Η μέθοδος αυτή επιτρέπει την προσέγγιση των διαμερισμάτων λίπους των κάτω βλεφάρων χωρίς εμφανείς τομές και είναι χρήσιμη στις περιπτώσεις όπου απαιτείται κυρίως αφαίρεση λίπους και όχι περίσσειας δέρματος. Επίσης οι τομές της μεθόδου αυτής μπορούν να γίνουν αναίμακτα με ειδικό λέιζερ. Στην πρώτη περίπτωση η σύγκλειση γίνεται με συνεχόμενο λεπτό ράμμα, ενώ στη δεύτερη με μονά ή και χωρίς καθόλου ράμμα.
Μετεγχειρητικό στάδιο
Μετα την επέμβαση μπορεί να παρατηρηθεί οίδημα (πρήξιμο) ή μώλωπες (μελανιές) γύρω από τα μάτια και οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν στις κοινωνικές και επαγγελματικές τους συνήθειες.
Η αφαίρεση των ραμμάτων γίνεται στις 3-5 μέρες στο κάτω βλέφαρο και στις 5-7 στο άνω.